ItalianoGreco


sbandaménto  
sostantivo maschile

Pronuncia I.P.A.: [zbandaˈmento]

1 γωνία κλίσης αεροσκάφους
2 γέρσιμο βάρκας σε καρίνα
3 διασκόρπιση
4 σκόρπισμα
5 πλαγιολίσθηση
6 γωνία κλίσης σκάφους
7 διολίσθηση
8 διάλυση
9 γλίστρημα
10 διασπορά

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---