ItalianoGreco


avvilìre  
verbo transitivo

Pronuncia I.P.A.: [avviˈlire]

1 εξευτελίζω
2 κολαφίζω
3 αποθαρρύνω
4 απογοητεύω
5 απελπίζω
6 μειώνω
7 αποκαρδίζω
8 ταπεινώνω
9 κουρελιάζω
10 κάμπτω
11 δυσαρεστώ
12 καταντροπιάζω
13 καταφρονώ
14 αποκαρδιώνω
15 εξουθενώνω
16 υποβιβάζω

avvilìrsi  
verbo pronominale intransitivo

Pronuncia I.P.A.: [avviˈlirsi]

1 εξουθενώνομαι
2 απελπίζομαι
3 αποθαρρύνομαι
4 απογοητεύομαι
5 ταπεινώνομαι

permalink
Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI




Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---